Μενού Κλείσιμο

Ο ΝΕΟΣ ΝΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΠΟΛΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ

Του Κοκολάκη Κ Γρηγόρη Οικονομολόγου- Λογιστή Α Τάξεως με Μεταπτυχιακό Δίπλωμα στην Διοίκηση Επιχειρήσεων.

Ενημερωμένο και  με τον τελευταίο νόμο  3899  (12os/2010)
                                                                                                   Περίληψη                                                                                              
Το τελευταίο διάστημα νομοθετήθηκαν τέσσερις θεμελιώδες αλλαγές που αναμφισβήτητα μειώνουν (και σε κάποιες περιπτώσεις εκμηδενίζουν ) το κόστος της απόλυσης . Oι κύριες αλλαγές είναι

  •  1)Αν ο εργαζόμενος εργάστηκε  έως ένα έτος , δεν δικαιούται αποζημίωση
  • Άν η απόλυση γίνει με την τήρηση της απαιτούμενης προειδοποίησης από τον νόμο, η αποζημίωση μπορεί να μειωθεί έως και στο 50% της ισχύουσας.
  • 2). Άν η απόλυση γίνει κατά τη διάρκεια ισχύος της ειδικής επιχειρησιακής σύμβασης, το ποσό της αποζημίωσης θα είναι μειωμένο και θα ακολουθεί τους όρους της νέας σύμβασης.
  • 3).Θεσπίστηκε (με τον τελευταίο ασφαλιστικό νόμο) η δυνατότητα καταβολής των αποζημιώσεων με δόσεις.4).Αναφέρουμε ότι η διάταξη για τις ειδικές επιχειρησιακές συμβάσεις του Ν. 3899 αφήνει ανοιχτή και τη δυνατότητα να συνομολογηθεί διαφορετικός τρόπος καταβολής στην αποζημίωση.

    Υπολογίστε μόνοι σας κάνοντας κλικ εδώ την αποζημίωση που δικαιούστε καθώς και το  ταμείο ανεργίας σας, με βάση το νέο νόμο για τις απολύσεις.

Αναλυτικά

Παρακάτω σας παρουσιάζω τον νέο πίνακα των αποζημιώσεων αντιπαραβάλλοντας τον με τον προηγούμενο έτσι ώστε όλοι – εργοδότες και εργαζόμενοι – να έχουμε μια ξεκάθαρη εικόνα των αλλαγών αυτών .

Έτη με Προϋπηρεσία στον ίδιο εργοδότη

Μισθοί αποζημίωσηςΧΩΡΙΣΠροειδοποίηση

Χρόνος προειδοποίησης με το ΝΕΟ καθεστώς

Χρόνος προειδοποίησης με τοΠΑΛΙΟκαθεστώς

Μισθοί αποζημίωσης με προειδοποίηση

Από 1 μέρα
– Έως ένα έτος

0

0

1

0   (Τίποτα) Θεωρείται Δοκιμαστική περίοδος

1 Έτος

2

1

2

1

2 Έτη

2

2

2

1

3 Έτη

2

2

2

1

4 Έτη

3

2

3

1,5

5 Έτη

3

3

3

1,5

6 Έτη

4

3

4

2

7 Έτη

4

3

4

2

8 Έτη

5

3

5

2,5

9 Έτη

5

3

5

2,5

10 Έτη

6

4

6

3

11 Έτη

7

4

7

3,5

12 Έτη

8

4

8

4

13 Έτη

9

4

9

4,5

14 Έτη

10

4

10

5

15 Έτη

11

5

11

5,5

16 Έτη

12

5

12

6

17 Έτη

13

5

13

6,5

18 Έτη

14

5

14

7

19 Έτη

15

5

15

7,5

20 Έτη

16

6

16

8

21 Έτη

17

6

17

8,5

22 Έτη

18

6

18

9

24 Έτη

20

6

20

10

26 Έτη

22

6

22

11

27 Έτη

23

6

23

11,5

28 + Έτη

24

6

24

12

Εκτός όμως από την ρύθμιση του τόσο του ποσού όσο και του χρόνου των αποζημιώσεων απόλυσης ο νόμος ορίζει και επτά σημαντικά ζητήματα που πρέπει υποχρεωτικά να επισημανθούν

 Κωδικοποιώντας αυτά που ο νόμος ορίζει πρέπει να θυμάστε .

1) Ο παραπάνω πίνακας αφορά μόνο τους εργαζόμενους που εργάζονται ως μισθωτοί και όχι τους ημερομίσθιους για τους οποίους το καθεστώς είναι διαφορετικό (παραθέτω πίνακα)

2) Η αποζημίωση απόλυσης μπορεί να καταβληθεί και σε διμηνιαίες δόσεις η Με την κοινοποίηση της απόλυσης ο εργοδότης οφείλει να πληρώσει μόνο δύο μισθούς αποζημίωσης ενώ μέχρι τώρα όφειλε να καταβάλει ολόκληρο το ποσό . Για την υπόλοιπη αποζημίωση , ο εργαζόμενος υποχρεούται από τον νόμο να συναινέσει σε ευκολίες πληρωμής , καθώς θα εισπράττει τα οφειλόμενα σε διμηνιαίες δόσεις , καθεμιά από τις οποίες δεν μπορεί να υπερβεί τους δύο μισθούς ) .

3) Η προειδοποίηση από τον εργοδότη δεν μπορεί να υπερβαίνει τους έξι μήνες και αυτό για εργαζόμενους που έχουν συμπληρώσει από 21 χρόνια και πάνω στον ίδιο εργοδότη .

4) . Έχουμε την αύξηση των ορίων απόλυσης όπου δίνει την δυνατότητα στις μεγάλες επιχειρήσεις κυρίως να απολύουν με ρυθμούς πολλές φορές διπλάσιους από αυτούς που ως τώρα μπορούσαν να το κάνουν .
5). α. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 74 του ν. 3863/ 2010 προστίθεται εδάφιο ως εδάφιο Α’ ως εξής:
«Α. Η απασχόληση με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου λογίζεται ως απασχόληση δοκιμαστικής περιόδου για τους πρώτους δώδεκα (12) μήνες από την ημέρα ισχύος της και η οποία μπορεί να καταγγελθεί χωρίς προειδοποίηση και χωρίς αποζημίωση απόλυσης, εκτός κι αν άλλο συμφωνήσουν τα μέρη.»
6) β. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 74 του ν 3863/2010 αναριθμείται ως Β’ και η περίπτωση α’ αυτής αντικαθίστανται ως εξής:
«Β. Σύμβαση μισθωτού με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, διάρκειας πέραν των δώδεκα (12) μηνών, δύναται να καταγγελθεί κατόπιν προηγούμενης έγγραφης προειδοποίησης του εργοδότη ως εξής:
7)  Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δώδεκα (12) μήνες έως δύο (2) χρόνια, προειδοποίηση ενός (1) μηνός πριν την απόλυση
Συμπέρασμα

Τα νέα αυτά μέτρα επηρεάζουν βλαπτικά όλους τους εργαζόμενους επιρεάζοντας τόσο τον χρόνο προειδοποίησης όσο και το ποσό της αποζημίωσης
Για να δείτε όλες τις νέες  αλλαγές  στις εργασιακές συμβάσεις  πατήστε εδώ
Για την διευκόλυνση σας, σας υπενθυμίζω τον πίνακα απόζημιώσεων για τους εργατοτεχνίτες

Πίνακας αποζημιώσεων Ημερομίσθιων Εργατοτεχνικών λόγω απολύσεων  ( Β.Δ. 16/18.7.20, ΕΓΣΣΕ )

Χρόνος υπηρεσίας στον ίδιο εργοδότη                                      Αποζημίωση        

Από 2 μήνες – 1 έτος………………………………………………………     5 ημερομίσθια

Από 1 έτος συμπληρωμένο – 2 έτη…………………………………..        7 ημερομίσθια

Από 2 έτη συμπληρωμένα – 5 έτη…………………………………….      15 ημερομίσθια

Από 5 έτη συμπληρωμένα – 10 έτη…………………………………..      30 ημερομίσθια

Από 10 έτη συμπληρωμένα – 15 έτη…………………………………      60 ημερομίσθια

Από 15 έτη συμπληρωμένα – 20 έτη…………………………………    100 ημερομίσθια

Από 20 έτη συμπληρωμένα – 25 έτη…………………………………    120 ημερομίσθια

Από 25 έτη συμπληρωμένα – 30 έτη…………………………………    145 ημερομίσθια

Από 30 έτη συμπληρωμένα και πάνω………………………………      165 ημερομίσθια

Για να δείτε όλες τις νέες  αλλαγές  στις εργασιακές συμβάσεις  πατήστε εδώ

Υπενθυμίζεται ότι, με βάση τους τελευταίους εργασιακούς νόμους που έχουν ήδη ψηφιστεί,
οι επιχειρήσεις έχουν εξασφαλίσει τις εξής δυνατότητες:

1) Χαμηλότερο κατά 50% κόστος για τις απολύσεις και αύξηση του ποσοστού των προς απόλυση εργαζομένων σε κάθε επιχείρηση.

2) Να υπογράφουν ατομικές συμβάσεις για την παροχή εκ περιτροπής εργασίας για διάστημα 6 μηνών.

3) Να θέτουν σε διαθεσιμότητα το προσωπικό (έως 3 μήνες ετησίως).

4) Να μετατρέπουν θέση πλήρους απασχόλησης σε θέση μερικής απασχόλησης με (ή και χωρίς) τη συμφωνία του εργαζόμενου.

5) Να εφαρμόζουν ελαστικά ωράρια εργασίας με λιγότερες ώρες ή ημέρες απασχόλησης για την περίοδο πτώσης της ζήτησης και
με την υποχρέωση να απασχολήσουν περισσότερες ώρες το προσωπικό όταν αυξηθεί ο τζίρος μέσα στον χρόνο.

6) Να προσλαμβάνουν νέους καταβάλλοντας χαμηλότερες αμοιβές (είτε με συμβάσεις μαθητείας με αμοιβή
στο 80% του κατώτατου μισθού, περί τα 590 ευρώ, είτε νεοεισερχόμενων με το 70% – 85% του
κατώτατου μισθού, 518 – 629 ευρώ μικτά, ανάλογα με την ηλικία).

Δείτε χρησιμα αρχεία για Εργατικά & Ασφαλιστικά θέματα στο 
http://www.tax-profit.gr/αρχεία-downloads/section/2-erga.html
Διαβάστε την νέα Γενική Συλογική Σύμβαση Εργασίας στο
http://www.tax-profit.gr/επενδυτικά-προγράμματα/57-ΔΗΜΟΦΙΛΗ/154-h-νέα-Εθνική-Γενική-Συλλογική-Σύμβαση-Εργασίας-των-ετών-20102c-2011-και-2012.html

Το παρακάτω κείμενο αποτελεί αντιγραφή του νόμου Υπ’ Αριθ. 3899 και ερμηνεύει τις αλλαγές
Περίληψη

1) Για τις ειδικές Επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας   2) Για την  Μεσολάβηση – Διαιτησία  3) Περιγράφει την Διαδικασία επίλυσης ων  συλλογικών διαφορών  4) Καθώς και τις αλλαγές στο (Ο.ΜΕ. Δ.) Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας  .5) Τέλος ρυθμίζει τα θέματα τις μερικής απασχόλησης , της εκ περιτροπής εργασίας, της προσωρινής απασχόλησης και τις δοκιμαστικής περιόδου εργασίας ενώ απλοποιεί τις διαδικασίες εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας.

Αν επιχειρούσαμε να σχολιάσουμε τις αλλαγές αυτές είναι ξεκάθαρο ότι είναι βλαπτικές για τους εργαζόμενους  και  για πολλούς ( μεταξύ αυτών και για μένα) κοινωνικά άδικες .

Αναλυτικά

Επιχειρησιακές συμβάσεις

Στο άρθρο 3 του ν. 1876/1990 προστίθεται η παράγραφος 5Α ως εξής:
«5Α. 1α) Με επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας, οι αποδοχές και οι συνθήκες εργασίας είναι δυνατόν να αποκλίνουν από αυτές της αντίστοιχης κλαδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας και όχι πάντως κατώτερα από το επίπεδο της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας. Στην περίπτωση αυτή, η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας, η οποία μπορεί να ανανεώνεται, ονομάζεται «ειδική επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας». Οι ειδικές επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας υπερισχύουν από τις αντίστοιχες κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, χωρίς περιορισμούς. Τα προβλεπόμενα στο άρθρο 10 για τη συρροή και τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 2, 3 και 4 του άρθρου 11 για την επέκταση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας δεν ισχύουν για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας της παρούσας παραγράφου. Οι ειδικές επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη προσαρμογής των επιχειρήσεων στις συνθήκες της αγοράς, με στόχο τη δημιουργία ή τη διατήρηση των θέσεων εργασίας, καθώς και τη βελτίωση της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων.
β) Με την ειδική επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας του προηγούμενου εδαφίου δύνανται να ρυθμίζονται ο αριθμός των θέσεων εργασίας, όροι και προϋποθέσεις μερικής απασχόλησης, εκ περιτροπής εργασίας και διαθεσιμότητας, καθώς και κάθε άλλος όρος εφαρμογής της, περιλαμβανομένης της διάρκειάς τους.
2. Κατ’ εξαίρεση των οριζομένων στο άρθρο 6 παρ. 1 περίπτωση β’ του παρόντος νόμου, η ειδική επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση μπορεί να καταρτιστεί και από εργοδότη που απασχολεί λιγότερους από πενήντα (50) εργαζόμενους, με το αντίστοιχο επιχειρησιακό σωματείο και αν δεν υπάρχει με το αντίστοιχο κλαδικό σωματείο ή με την αντίστοιχη ομοσπονδία.
3. Για την εφαρμογή των οριζομένων στην παράγραφο 1 τα μέρη υποβάλλουν από κοινού αιτιολογική έκθεση των λόγων που δικαιολογούν την πρόθεσή τους για κατάρτιση ειδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας προς το Συμβούλιο Κοινωνικού Ελέγχου Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.Κ.Ε.Ε.Ε.), το οποίο και γνωμοδοτεί για τη σκοπιμότητα της κατάρτισής της, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία είκοσι (20) ημερών μετά την πάροδο της οποίας τεκμαίρεται η χορήγησή της. Με την ίδια διαδικασία συμφωνείται και η τυχόν παράτασή της.
4. Η συλλογική σύμβαση εργασίας αυτής της παραγράφου αρχίζει από την υπογραφή της και είναι έγκυρη, σύμφωνα με τα ισχύοντα στο άρθρο 5 του παρόντος νόμου.
5. Σε περίπτωση παραβίασης των όρων του άρθρου αυτού, η ειδική επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας είναι άκυρη και σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, η αποζημίωση απόλυσης υπολογίζεται με βάση τις αποδοχές της αντίστοιχης κλαδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας.
6. Οποιαδήποτε μείωση των αποδοχών των εργαζομένων κατά παράβαση των συμφωνημένων στο πλαίσιο της ειδικής επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης εργασίας, συνιστά μη εμπρόθεσμη καταβολή νομίμων αποδοχών, για την οποία εφαρμόζονται ο α.ν. 690/1945, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 2336/1995.»

Τα άρθρα 14, 15,16 και 17 του ν 1876/1990 αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 14 Μεσολάβηση – Διαιτησία 
1. Αν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις αποτύχουν τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν δικαίωμα να ζητήσουν τις υπηρεσίες μεσολάβησης ή να προσφύγουν στη διαιτησία.
2. Οι όροι της προσφυγής στη μεσολάβηση και διαιτησία και η όλη διαδικασία καθορίζονται με τη συνομολόγηση σχετικών ρητρών στις συλλογικές συμβάσεις ή σε περίπτωση που δεν συνομολογήθηκαν τέτοιες ρήτρες, με κοινή συμφωνία των μερών που διαπραγματεύονται. Αν λείπουν παρόμοιες συμφωνίες, εφαρμόζονται οι διατάξεις του νόμου αυτού.
3. Οι υπηρεσίες μεσολάβησης και διαιτησίας γενικώς και αυτές που παρέχονται από τους μεσολαβητές και διαιτητές του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (Ο.ΜΕ.Δ.) βασίζονται στις αρχές της ορθής κρίσης, της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας.»

«Άρθρο 15 Μεσολάβηση
Τον ορισμό μεσολαβητή μπορεί να ζητήσει οποιοδήποτε από τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Η διαδικασία της μεσολάβησης αρχίζει με την κατάθεση σχετικής αίτησης από τα ενδιαφερόμενα μέρη, που υποβάλλεται από κοινού ή χωριστά. Η αίτηση, στη δεύτερη περίπτωση, κοινοποιείται και στο άλλο μέρος. Στην αίτηση αναφέρονται η πρόσκληση που απευθύνει το ένα μέρος προς το άλλο, τα στοιχεία των μερών και των οριζόμενων εκπροσώπων τους, οι προτάσεις ή τα αιτήματα, οι λόγοι που τα δικαιολογούν, οι τυχόν εναλλακτικές προτάσεις και αντιπροτάσεις και οποιοδήποτε στοιχείο, το οποίο διευκολύνει τις διαπραγματεύσεις.
Ο μεσολαβητής επιλέγεται από τα μέρη από τον ειδικό κατάλογο μεσολαβητών. Σε περίπτωση ασυμφωνίας των μερών ο μεσολαβητής ορίζεται με κλήρωση. Για το σκοπό αυτόν, ύστερα από 48 ώρες από την υποβολή της αίτησης, η αρμόδια υπηρεσία του Ο.ΜΕ.Δ. καλεί τα μέρη να προσέλθουν σε καθορισμένο τόπο και ώρα για την επιλογή μεσολαβητή και σε περίπτωση διαφωνίας για την ανάδειξή του με κλήρωση.
Η κλήρωση διεξάγεται ενώπιον του Προέδρου του Ο.ΜΕ.Δ. ή του οριζομένου από αυτόν εκπροσώπου του και κάθε μέρος έχει το δικαίωμα για μια φορά να εκφράσει την άρνησή του για το κληρωθέν πρόσωπο. Με την ίδια διαδικασία ορίζεται και ο αναπληρωματικός του μεσολαβητή. Μετά τον ορισμό του μεσολαβητή συντάσσεται πρακτικό ανάληψης της μεσολάβησης. Ο μεσολαβητής οφείλει να αναλάβει τα καθήκοντά του εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών το αργότερο από τον ορισμό του.
Ο μεσολαβητής καλεί τα μέρη σε συζητήσεις, προβαίνει σε κατ’ ιδίαν ακρόαση των μερών, σε εξέταση της οικονομικής κατάστασης και της εξέλιξης της ανταγωνιστικότητας, της παραγωγικής δραστηριότητας στην οποία αναφέρεται η συλλογική διαφορά, σε εξετάσεις προσώπων και σε οποιαδήποτε έρευνα σχετική με τους όρους εργασίας, συνεπικουρούμενος από έναν ή περισσότερους πραγματογνώμονες της επιλογής του.
Η εργοδοτική πλευρά και κάθε αρμόδια υπηρεσία έχουν την υποχρέωση να δώσουν στον μεσολαβητή κάθε πληροφορία και να υποβοηθήσουν το έργο του. Ειδικότερα για την εργοδοτική πλευρά ισχύουν όσα περιγράφονται στην παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. ν 1876/1990
α) Αν τα μέρη δεν καταλήξουν σε συμφωνία μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την επομένη της ημέρας ανάληψης των καθηκόντων του μεσολαβητή, ο μεσολαβητής έχει δικαίωμα να υποβάλλει σε αυτά δική του πρόταση.
β) Αν τα μέρη δεν γνωστοποιήσουν εγγράφως την αποδοχή της πρότασης του μεσολαβητή μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από την κοινοποίησή της, θεωρείται ότι την απέρριψαν. Η αποδοχή ή η απόρριψη της πρότασης κοινοποιείται και στο άλλο μέρος. Η πρόταση του μεσολαβητή είναι δυνατόν να δημοσιεύεται από αυτόν στον ημερήσιο ή /και στον περιοδικό τύπο.
γ) Εφόσον η πρόταση γίνεται δεκτή o μεσολαβητής καλεί τα μέρη για την υπογραφή συλλογικής σύμβασης εργασίας.»

«Άρθρο 16 Διαιτησία
1. Η προσφυγή στη διαιτησία μπορεί να γίνεται σε οποιοδήποτε στάδιο των διαπραγματεύσεων με κοινή συμφωνία των μερών.
2. Είναι δυνατή η προσφυγή στη διαιτησία μονομερώς στις εξής περιπτώσεις:
α) από οποιοδήποτε μέρος, εφόσον το άλλο μέρος αρνήθηκε τη μεσολάβηση, ή
β) από οποιοδήποτε μέρος μετά τη υποβολή της πρότασης μεσολάβησης, εφόσον και τα δύο μέρη προσήλθαν και συμμετείχαν στη διαδικασία μεσολάβησης.
3. Η προσφυγή στη διαιτησία περιορίζεται στον καθορισμό βασικού ημερομισθίου ή/και βασικού μισθού. Για τα λοιπά θέματα μπορεί να συνεχιστεί οποτεδήποτε η συλλογική διαπραγμάτευση προκειμένου να συναφθεί συλλογική σύμβαση εργασίας.
4. Η διαιτησία διεξάγεται από έναν διαιτητή και στην περίπτωση μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία, σύμφωνα με την παράγραφο 2 αυτού του άρθρου, είναι δυνατόν να ζητηθεί από ένα εκ των μερών η συγκρότηση τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας. Ο διαιτητής ή οι διαιτητές της τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας, οι αναπληρωτές τους, καθώς και ο ορισμός ενός εκ των διαιτητών ως Προέδρου της τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας, επιλέγονται με κοινή συμφωνία των μερών από ειδικό κατάλογο διαιτητών και σε περίπτωση ασυμφωνίας με κλήρωση. Για το σκοπό αυτόν, ύστερα από σαράντα οκτώ (48) ώρες από την προσφυγή στη διαιτησία, η αρμόδια υπηρεσία του Ο.ΜΕ.Δ. καλεί τα μέρη να προσέλθουν σε καθορισμένο τόπο και ώρα για την επιλογή διαιτητή ή Επιτροπής Διαιτησίας και τον Πρόεδρό της.
Η κλήρωση διεξάγεται ενώπιον του Προέδρου του Ο.ΜΕ.Δ. ή του οριζομένου από αυτόν εκπροσώπου του και κάθε μέρος έχει το δικαίωμα για μια φορά να εκφράσει την άρνησή του για το κληρωθέν πρόσωπο. Ο διαιτητής και οι διαιτητές της τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας οφείλουν να αναλάβουν τα καθήκοντά τους εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών το αργότερο από τον ορισμό τους. Η απόφαση της Επιτροπής Διαιτησίας λαμβάνεται ομόφωνα ή κατά πλειοψηφία.
5. Ο διαιτητής μελετά όλα τα στοιχεία και πορίσματα, που συγκεντρώθηκαν στο στάδιο της μεσολάβησης, την οικονομική κατάσταση και την εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας της παραγωγικής δραστηριότητας, στην οποία αναφέρεται η συλλογική διαφορά, και έχει τα ίδια δικαιώματα με τον μεσολαβητή. Το ίδιο ισχύει και για την Επιτροπή Διαιτησίας.
6. Η απόφαση της διαιτησίας εξομοιώνεται με συλλογική σύμβαση εργασίας και ισχύει από την επομένη της υποβολής της αίτησης για μεσολάβηση.
7. Η διαιτητική απόφαση εκδίδεται σε δέκα (10) εργάσιμες ημέρες από την ανάληψη των καθηκόντων του Διαιτητή ή της Επιτροπής Διαιτησίας, αν προηγήθηκε μεσολάβηση, και σε διάστημα τριάντα (30) εργάσιμων ημερών, αν δεν προηγήθηκε.
8. Στις περιπτώσεις προσφυγής στη διαιτησία αναστέλλεται η άσκηση του δικαιώματος της απεργίας για διάστημα δέκα (10) ημερών από την ημέρα προσφυγής.
9. Οι διαφορές για το κύρος των διαιτητικών αποφάσεων υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου κατά το άρθρο 16 στοιχείο 5 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και εκδικάζονται κατά τη διαδικασία των άρθρων 663 του ίδιου Κώδικα. Η σχετική αγωγή εγείρεται από τα συμμετέχοντα στη συλλογική διαφορά μέρη ή δε εκδοθησομένη απόφαση ισχύει για όλα τα δεσμευόμενα από τη διαιτητική απόφαση μέρη.

Άρθρο 14 Διαδικασία επίλυσης συλλογικών διαφορών

Η δικάσιμος ορίζεται υποχρεωτικά εντός σαράντα πέντε (45) εργάσιμων ημερών από την κατάθεση της αγωγής, ανεξάρτητα από πόσες υποθέσεις έχει η δικάσιμος. Η έφεση ασκείται εντός δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από την επίδοση της απόφασης και η δικάσιμος της έφεσης ορίζεται υποχρεωτικά εντός τριάντα (30) ημερών από την κατάθεσή της, η επίδοση της οποίας γίνεται δεκαπέντε (15) ημέρες πριν από τη συζήτηση.»

«Άρθρο 17
Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας
1. Ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας (Ο.ΜΕ. Δ.) είναι ανεξάρτητος φορέας και λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, των προεδρικών διαταγμάτων και των κανονιστικών πράξεων, που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 18 παρ. 2 του Ν 1897/1900  καθώς και των αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου του κατά παρέκκλιση των διατάξεων που αφορούν το δημόσιο τομέα.
2. Σκοπός του Ο.ΜΕ.Δ. είναι η υποστήριξη των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων με την παροχή υπηρεσιών μεσολάβησης και διαιτησίας προς τις εργατικές και εργοδοτικές οργανώσεις και μεμονωμένους εργοδότες. Για την εκπλήρωση αυτού του σκοπού, ιδίως: α) οργανώνει υπηρεσίες διοικητικής υποστήριξης της μεσολάβησης και της διαιτησίας, β) διεξάγει ενημερωτικά και εκπαιδευτικά προγράμματα, που απευθύνονται κυρίως σε εκπροσώπους συνδικαλιστικών οργανώσεων εργαζομένων και οργανώσεις εργοδοτών για θέματα συλλογικών διαπραγματεύσεων, εργασιακών σχέσεων και οικονομίας της εργασίας γ) εκπονεί επιστημονικές έρευνες και μελέτες για θέματα συναφή με τους σκοπούς του και δ) συντάσσει ετήσια έκθεση του έργου του, η οποία υποβάλλεται προς τα Διοικητικά Συμβούλια των: α) Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ), β) Σύνδεσμο Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), γ) Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ,) δ) Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ) και καθώς επίσης προς τον Υπουργό Οικονομικών και τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.
3. Ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας διοικείται από επταμελές διοικητικό συμβούλιο, που αποτελείται από:
α) έναν εκπρόσωπο του ΣΕΒ, έναν της ΓΣΕΒΕΕ και έναν της ΕΣΕΕ, με τους αναπληρωτές τους,
β) τρεις εκπροσώπους της ΓΣΕΕ, με τους αναπληρωτές τους και
γ) τον Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του, που επιλέγονται με ομόφωνη απόφαση των μελών των περιπτώσεων α’ και β’, η οποία απόφαση λαμβάνεται σε συνεδρίαση, η οποία συγκαλείται από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, πριν τη συγκρότηση του Διοικητικού Συμβουλίου σε σώμα. Ο Πρόεδρος και ο αναπληρωτής του πρέπει να είναι πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους και έμπειρα σε θέματα εργασιακών σχέσεων ή οικονομίας της εργασίας ή του εργατικού δικαίου.
4. Στο διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας συμμετέχει ως παρατηρητής και χωρίς δικαίωμα ψήφου, ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, με τον αναπληρωτή του, κάτοχος πτυχίου πανεπιστημίου με εμπειρία στα εργασιακά θέματα.
5. Για τις περιπτώσεις α’ και β’ της παραγράφου 3, η υπόδειξη από τους αρμόδιους φορείς γίνεται μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την πρόσκληση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.
6. Το Διοικητικό Συμβούλιο συγκροτείται σε σώμα με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου καθώς και ο αναπληρωτής του από τα τακτικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου.
7. α) Η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου είναι τριετής. Ο επαναδιορισμός των τακτικών μελών είναι δυνατός για μία ακόμη συνεχόμενη τριετία.
β) Σε περίπτωση παραίτησης ή θανάτου μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου, το Διοικητικό Συμβούλιο βρίσκεται σε νόμιμη συγκρότηση και είναι δυνατή η συμμετοχή του αναπληρωματικού μέλους ως τακτικού. Εάν ελλείπει τακτικό μέλος, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καλεί με τη διαδικασία της παραγράφου 5 αυτού του άρθρου, τον φορέα από τον όποιο προέρχεται το ελλείπον μέλος να ορίσει άλλο πρόσωπο για το υπόλοιπο της θητείας του ελλείποντος μέλους.
8. α) Οι μεσολαβητές και οι διαιτητές αποτελούν δύο αυτοτελή ειδικά σώματα.
Ο ανώτατος αριθμός θέσεων μεσολαβητών και διαιτητών για όλη τη χώρα είναι τριάντα οκτώ (38) εκ των οποίων δώδεκα (12) είναι διαιτητές. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου ανάλογα με τις παρουσιαζόμενες ανάγκες μπορεί να αυξομειώνεται ο αριθμός κάθε σώματος, χωρίς υπέρβαση του ανωτάτου ορίου των τριάντα οκτώ (38) θέσεων.
β) Οι μεσολαβητές και οι διαιτητές ασκούν δημόσιο λειτούργημα χωρίς να έχουν την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου και απολαμβάνουν πλήρους ανεξαρτησίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, τα οποία οφείλουν να εκτελούν με αντικειμενικότητα και έχουν υποχρέωση να τηρούν τον Κώδικα Δεοντολογίας του Σώματος Μεσολαβητών Διαιτητών, που εκδίδεται με ομόφωνη απόφαση των επτά (7) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.
9. α) Οι υποψήφιοι μεσολαβητές πρέπει:
i) να έχουν συμπληρώσει το 35ο έτος της ηλικίας τους,
ii) να έχουν πτυχίο πανεπιστημίου, νομικών ή οικονομικών επιστημών ή συναφών σπουδών,
iii) να έχουν πενταετή αποδεδειγμένη εμπειρία σε θέματα εργασιακών σχέσεων.
β) Οι υποψήφιοι διαιτητές πρέπει:
i) να έχουν συμπληρώσει το 45ο έτος της ηλικίας τους,
ii) να έχουν πτυχίο πανεπιστημίου, νομικών ή οικονομικών επιστημών ή συναφών σπουδών,
iii) να έχουν δεκαετή αποδεδειγμένη εμπειρία σε θέματα εργασιακών σχέσεων.
γ) Συνεκτιμώνται πρόσθετα προσόντα των υποψηφίων, όπως μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών και σχετικές δημοσιεύσεις, ιδίως σε θέματα εργασιακών σχέσεων.
Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί με κανονισμό να καθορίσει επιπλέον προσόντα από όσα αναφέρονται.
10. Οι μεσολαβητές και οι διαιτητές προσλαμβάνονται με τριετή θητεία, η οποία είναι ανανεώσιμη με δυνατότητα μεταβολής της ιδιότητας του μεσολαβητή ή του διαιτητή κατά την προηγούμενη θητεία τους. Προκειμένου να ανανεωθεί η θητεία τους επανακρίνονται σύμφωνα με όσα ορίζει ειδικός κανονισμός με αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται με ομόφωνη απόφαση των επτά (7) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.
11. α) Ο διορισμός γίνεται μετά από δημόσια προκήρυξη των θέσεων των μεσολαβητών και των θέσεων των διαιτητών. Οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν βιογραφικά σημειώματα, τίτλους σπουδών, σχετικές δημοσιεύσεις και δήλωση σε ποιο από το δύο σώματα προτιμούν να ενταχθούν, καθώς και ό,τι άλλο καθορίζεται με την προκήρυξη.
β) Το Διοικητικό Συμβούλιο μετά από μελέτη των φακέλων των υποψηφίων και ενδεχόμενη προφορική συνέντευξη επιλέγει τους ικανότερους με ομόφωνη απόφαση των επτά (7) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.
12. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, έπειτα από σύμφωνη γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.ΜΕ.Δ. που εκφράζεται με ομόφωνη απόφαση των επτά (7) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια, που αφορά τα θέματα των παραγράφων 3 έως 11 του άρθρου αυτού, περιλαμβανομένου του αριθμού των θέσεων μεσολαβητών διαιτητών και του διοικητικού ή άλλου προσωπικού του Ο.ΜΕ.Δ.»
. Η παράγραφος 9 του άρθρου 38 του ν. 1892/1990, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν.3846/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«9. Οι αποδοχές των εργαζομένων με σύμβαση ή σχέση εργασίας μερικής απασχόλησης υπολογίζονται όπως και οι αποδοχές του συγκρίσιμου εργαζομένου και αντιστοιχούν στις ώρες εργασίας της μερικής απασχόλησης.»
2. Η παράγραφος 11 του άρθρου 38 του ν.1892/1990, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3846/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«11. Αν παραστεί ανάγκη για πρόσθετη εργασία πέρα από τη συμφωνηθείσα, ο μερικώς απασχολούμενος εργαζόμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του θα ήταν αντίθετη με την καλή πίστη. Ο μερικώς απασχολούμενος μπορεί να αρνηθεί την παροχή εργασίας πέραν της συμφωνημένης, όταν αυτή η πρόσθετη εργασία λαμβάνει χώρα κατά συνήθη τρόπο.»
3. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του ν3846/2010. αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν περιοριστούν οι δραστηριότητές του ο εργοδότης μπορεί, αντί καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, να επιβάλλει σύστημα εκ περιτροπής απασχόλησης στην επιχείρησή του, η διάρκεια της οποίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους εννέα (9) μήνες στο ίδιο ημερολογιακό έτος, μόνο εφόσον προηγουμένως προβεί σε ενημέρωση και διαβούλευση με τους νόμιμους εκπροσώπους των εργαζομένων, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 260/2006 και του ν.1767/1988.»
4. Η παράγραφος 6 του άρθρου 22 του ν. 2956/2001, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 του ν. 3846/2010, αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Η διάρκεια της απασχόλησης του μισθωτού από τον έμμεσο εργοδότη, στην οποία περιλαμβάνονται και οι ενδεχόμενες ανανεώσεις που γίνονται εγγράφως, δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερη από τους τριάντα έξι (36) μήνες. Σε περίπτωση υπέρβασης των χρονικών ορίων, που τίθενται από την παρούσα παράγραφο, επέρχεται μετατροπή της υπάρχουσας σύμβασης σε σύμβαση αορίστου χρόνου με τον έμμεσο εργοδότη.»
5. α. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 74 του ν. 3863/ 2010 προστίθεται εδάφιο ως εδάφιο Α’ ως εξής:
«Α. Η απασχόληση με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου λογίζεται ως απασχόληση δοκιμαστικής περιόδου για τους πρώτους δώδεκα (12) μήνες από την ημέρα ισχύος της και η οποία μπορεί να καταγγελθεί χωρίς προειδοποίηση και χωρίς αποζημίωση απόλυσης, εκτός κι αν άλλο συμφωνήσουν τα μέρη.»
β. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 74 του ν 3863/2010 αναριθμείται ως Β’ και η περίπτωση α’ αυτής αντικαθίστανται ως εξής:
«Β. Σύμβαση μισθωτού με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, διάρκειας πέραν των δώδεκα (12) μηνών, δύναται να καταγγελθεί κατόπιν προηγούμενης έγγραφης προειδοποίησης του εργοδότη ως εξής:
α) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δώδεκα (12) μήνες έως δύο (2) χρόνια, προειδοποίηση ενός (1) μηνός πριν την απόλυση.»

6.α. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης είναι δυνατή η αλλαγή της διαδικασίας υποβολής δηλώσεων, αναφορών, ειδοποιήσεων, αναγγελιών και λοιπών στοιχείων που υποβάλλουν οι εργοδότες στον ΟΑΕΔ, στις Επιθεωρήσεις Εργασίας, στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και σε άλλες υπηρεσίες του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και των εποπτευόμενων από αυτό φορέων, και αφορούν στους μισθωτούς τους και συγκεκριμένα στην πρόσληψη, αποχώρηση, τους όρους εργασίας, την απασχόληση και άλλες σχετικές πληροφορίες.
β. Με όμοιες υπουργικές αποφάσεις μπορεί να ρυθμίζονται μεταξύ άλλων η δυνατότητα ηλεκτρονικής υποβολής των στοιχείων, που αναφέρονται στην ανωτέρω παράγραφο εν όλω ή εν μέρει, περιλαμβανομένης της τροποποίησης των προθεσμιών υποβολής, της χρήσης κοινής βάσης δεδομένων των προαναφερόμενων αρμόδιων δημόσιων φορέων καθώς και κάθε άλλη τροποποίηση και απλούστευση διαδικαστικής ενέργειας, που προβλέπεται για τους εργοδότες και τους εργαζόμενους και που συμβάλλει στη μείωση διοικητικού βάρους.

Πηγή   www.tax-profit.gr